Περί της σκιάς και της πτώσης
«Ο σημερινός άνθρωπος εμφανίστηκε στον κόσμο, τη ίδια εκείνη στιγμή, που το πρώτο Εγώ, επέλεξε να γνωρίσει και να αισθανθεί τον κόσμο αυτόνομα, αδυνατώντας να συνειδητοποιήσει ότι η αίσθηση αυτή συμβαίνει, ακριβώς τη στιγμή που το σώμα επιλέγει να αποκωδικοποιήσει την παρατήρηση της ψυχή του, ως δικό του αισθητό κόσμο.»
Ίσως κάνω λάθος, όμως -σε μας- παραμένει δύσκολο να διακρίνουμε ποιος είναι ο πραγματικός πνευματικός ηγέτης και ποιος ο χειραγωγός μας. Από όσο μπορούμε να γνωρίζουμε μέσα από τις θρησκείες -για παράδειγμα-, οι περισσότεροι πνευματικοί δάσκαλοι ανήκουν μάλλον στη δεύτερη κατηγορία, ενώ μονάχα οι ιδρυτές αυτών των θρησκειών ανήκουν στους ηγέτες του πνευματικού κόσμου, αν και -στην ουσία- αμφιβάλω αν είχαν όσο ζούσαν ως στόχο την ίδρυση της οποιασδήποτε θρησκείας. Ο κάθε φωτισμένος ηγέτης που μπορεί να παρουσιαστεί στην ανθρωπότητα, συνειδητοποιεί και αντιλαμβάνεται τόσο τον κόσμο όσο και τον άνθρωπο μέσα σε αυτόν, για όσο διαρκεί η ζωή του. Όμως οι οργανωμένες θρησκείες και οι διδασκαλίες που δημιουργούνται στο όνομά του, εμφανίζονται αρκετά χρόνια αργότερα και κάτω από την καθοδήγηση και διοίκηση ανθρώπων οι οποίοι δεν είναι απαραιτήτως ηγέτες του ιδίου επιπέδου με τον αρχικό. Ίσως μάλιστα να μην έχουν καν τον ίδιο στόχο, αλλά να ενδιαφέρονται απλά και μόνο για τη δημιουργία ενός διαφορετικού συστήματος εξουσίας μέσα από την πνευματική χειραγώγηση των ανθρώπων. Ίσως δηλαδή, το μόνο που πετυχαίνουν τελικά αυτοί οι πνευματικοί ηγέτες, είναι η δημιουργία ενός νέου εργαλείου εξουσίας στα χέρια των επιτήδειων.
Κι αυτό, διότι φαντάζομαι ποια μπορεί να ήταν άραγε η αντίδραση του ίδιου του Χριστού, αν βρισκόταν αυτή τη στιγμή μαζί μας, γνωρίζοντας συγχρόνως όλα αυτά τα παρακλάδια θρησκειών που έχουν δημιουργηθεί στο όνομά του από το θάνατό του μέχρι σήμερα. Θα είχε μάλιστα ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον, αν μαζί του βρίσκονταν και κάποιοι από εκείνους τους πρώτους πνευματικούς ηγέτες όπως ο Σωκράτης ή και ο Βούδας, οι οποίοι συζητώντας μεταξύ τους αλλά και μαζί μας, να μας εξηγούσαν πού συμφωνούν και πού διαφωνούν με όλα αυτά που ακολούθησαν το θάνατό τους και την πορεία που πήραν τελικά οι σκέψεις και τα έργα τους.
Κάνει εντύπωση μάλιστα, ότι ενώ υπήρξαν φιλόσοφοι που έζησαν ακόμη και πριν από τους προαναφερθέντες πνευματικούς ηγέτες, οι οποίοι πλησίασαν ή ξεπέρασαν τη σημερινή σκέψη κατανοώντας τα άδυτα του κόσμου -όπως για παράδειγμα ο Ηράκλειτος-, δεν συμμετείχαν τελικά στο πνευματικό περιεχόμενο κάποιας θρησκείας, ίσως επειδή δεν ασχολήθηκαν με την έννοια του θεού. Αντιλαμβάνομαι δηλαδή, ότι οι θρησκείες ή οι οργανωμένες εκκλησίες των ανθρώπων, δεν είναι το μοναδικό μέσον το οποίο σχετίζεται με τη συνειδητοποίηση της έννοιας του απόλυτου Θείου, αλλά αντίθετα αποτελούν μεταλλαγμένα εργαλεία εξουσίας που επιβάλλουν δικά τους όρια προς μια συγκεκριμένη σκέψη, μέσα από την οποία είναι δύσκολο τελικά να ξεφύγεις και να ελευθερωθείς προς την πραγματική σκέψη του αρχικού πνευματικού της δημιουργού.
Για να καταλήγει όμως μια εξουσία να βάζει όρια τα οποία εμποδίζουν τα μέλη της να αντιληφθούν την ουσία του σκοπού της ύπαρξής της, σημαίνει ότι υπάρχει κάτι που φοβάται. Το μοναδικό όμως που μπορεί να φοβάται μια εξουσία, είναι η πιθανότητα να χάσει τη δύναμή της πάνω στους ανθρώπους που την ακολουθούν. Όμως εδώ μιλάμε για τη δημιουργία του κόσμου. Ενός πεδίου δηλαδή άμεσα επηρεαζόμενου από το νου και τη συνείδηση, ο πυρήνας του οποίου γεννιέται και ξεκινάει από ένα περιβάλλον χαοτικό. Έτσι δημιουργείται το ερώτημα: ‘Ποια είναι αυτή η εξουσία, η οποία μπορεί να εδραιωθεί, να αναπτυχθεί και να διατηρηθεί διαχρονικά σε ένα τέτοιο ασταθή και συνεχώς μεταβαλλόμενο χώρο;
Οι άνθρωποι, αναζητούν διαχρονικά μια απάντηση για το τι είναι Θεός. Όμως πώς είναι δυνατόν να προσπαθεί κάποιος να αναζητήσει την ουσιαστική έννοια του Θείου, αν συνεχίζει να αγνοεί την πραγματικότητα του τι είναι ο ίδιος ως άνθρωπος και τι είναι το σύμπαν μέσα στο οποίο υπάρχει. Όλοι μας θεωρούμε ότι γνωρίζουμε τον άνθρωπο βασιζόμενοι σε αυτό που βλέπουμε και αισθανόμαστε. Αυτές οι υλικές μορφές όμως, αποτελούν απλώς τις στιγμιαίες πραγματικότητες τις οποίες οι αισθήσεις μας αποκωδικοποιούν ως σώμα, ενώ για να κατανοήσουμε αυτό που Είμαστε πραγματικά, θα πρέπει να μας προσεγγίσουμε ως ένα τριαδικό σύνολο από ψυχή, συνείδηση και ύλη ή αλλιώς χάρισμα, νόηση και αίσθηση. Να μας προσεγγίσουμε δηλαδή, ως ένα σύνολο από ορατά και αόρατα στοιχεία, τα οποία όμως εξακολουθούμε να μην κατανοούμε στην ουσία τους.
Μπορεί η γνώση σας να αντιδράσει βίαια από αυτό που θα διαβάσετε τώρα, όμως -αντίθετα με ότι έχει προσπαθήσει να αποδείξει ο δυτικός πολιτισμός-, ο άνθρωπος -όπως και όλος αυτός ο κόσμος εμπρός του-, εμφανίστηκε ως μορφή ‘από το πουθενά’. Ο κόσμος δημιουργείται μέσα στη διάρκεια του χρόνου, περιέχοντας όλες τις πιθανές υπάρχουσες διαστάσεις του, ακολουθώντας τον ‘μη αισθητό’ τρόπο της δημιουργίας ολόκληρου του σύμπαντος. Η κατάστασή του εκεί δεν είναι αισθητή ως μορφή, αλλά νοητική ως ενέργεια ή πληροφορία, με την ψυχή να κατέχει ένα σημαντικό ρόλο μέσω της αλληλεπίδρασης μαζί του.
Αν οι άδηλες σε μας διαστάσεις του σύμπαντος αποτελούν το κύριο σώμα ολόκληρης της δημιουργίας, ο τρισδιάστατος αισθητός δικός μας κόσμος αναλογικά αποτελεί τη σκιά του. Μια σκιά, ως καθρέφτισμα της συνολικής δημιουργίας πάνω στις κατώτερες αυτές τρεις διαστάσεις του. Γενικά μιλώντας, η σκιά είναι σύμφωνη πάντα με τους φυσικούς νόμους του χώρου στον οποίο υπάρχει, ακολουθώντας το κύριο υπερκείμενο σώμα χωρίς να μπορεί να παρέμβει στη διαμόρφωση της δικής της μορφής. Εμφανίζεται, υπάρχει, μεταβάλλεται, αλλοιώνεται και εξαφανίζεται, χωρίς να μπορεί να συμμετέχει η ίδια στην όλη αυτή διαδικασία. Συμβατή με τους φυσικούς νόμους, δημιουργείται στις δύο διαστάσεις βασιζόμενη στην ύπαρξη της υπερκείμενης τρίτης διάστασης του ύψους, στο οποίο επιδρά ένα φωτεινό πεδίο ή μια φωτεινή πηγή. Κάτω από ειδικές περιστάσεις και προϋποθέσεις όμως, μια συμπαντική τέτοια σκιά ανώτερου πεδίου, φαίνεται ότι μπορεί να ανεξαρτητοποιηθεί μέσω της διαχείρισης της πληροφορίας της γνώσης, θέτοντας και απαντώντας ερωτήματα, με μοναδικό σκοπό να γνωρίσει και να κατανοήσει το λόγο που υπάρχει, αγνοώντας και αδυνατώντας όμως -στην ουσία- να συνειδητοποιήσει και να αποδεχθεί την ύπαρξη της όποιας ανώτερης ή υπερκείμενης οντότητάς της.
Στη διάρκεια λοιπόν του προϊστορικού για μας κοσμικού χρόνου, μέσα στις τρεις διαστάσεις του αισθητού κόσμου είχε δημιουργηθεί ανάμεσα σε πάμπολλες άλλες, μια βιολογική μορφή ζωής η οποία αποτελούσε τη σκιά ή αλλιώς το αισθητό αποτύπωμα της συμπαντικής οντότητας που ονομάζουμε ψυχή. Η βιολογική αυτή μορφή ζωής, δημιουργείτο και κινείτο μέσω κοινής με την ψυχή συνείδησης, ακολουθώντας τους νόμους που διέπουν τη δημιουργία του τρισδιάστατου κόσμου, χωρίς όμως να μπορεί να παρέμβει σε αυτόν. Έτσι, ήταν αδύνατον να επιδράσει ή να ασχοληθεί ποτέ με την εμφάνιση ή εξαφάνισή της, αποδεχόμενη ότι οι καταστάσεις αυτές αποτελούσαν απλά μέρη της διαδικασίας της Συνειδητότητας αυτού του κόσμου, στον οποίο υπήρχε ως το υλικό μέρος της υπεροντότητας της ψυχής.
Κάποια στιγμή -και για λόγους που αδυνατούμε ακόμη να αναπτύξουμε συνειδητά εδώ και τώρα-, αυτή η μορφικά βιολογική σκιά της ψυχής, η οποία υπήρχε στον αισθητό κόσμο ως βιολογική υλική μορφή ζωής, αποφάσισε να ανεξαρτητοποιηθεί, επιλέγοντας να αναζητήσει τη γνώση θέτοντας και απαντώντας ερωτήματα για τον κόσμο μέσα στον οποίο βρισκόταν. Εκείνη ακριβώς η στιγμή, είναι και η πρώτη χρονικά στιγμή κατά την οποία ο ‘άνθρωπος’ εμφανίστηκε εμπρός στον άνθρωπο ‘από το πουθενά’. Στην Ελληνική γλώσσα ‘άνθρωπος’ σημαίνει ‘άνδρα ορώ’. Ο άνθρωπος δηλαδή, εμφανίστηκε στον κόσμο με τη γνωστή ανθρώπινη μορφή του, τη ίδια εκείνη στιγμή, που το πρώτο Εγώ μαζί με το βιολογικό σώμα του, επέλεξε να γνωρίσει και να αισθανθεί τον κόσμο αυτόνομα, αδυνατώντας όμως να συνειδητοποιήσει ότι αυτή η αίσθηση συμβαίνει επειδή η ψυχή του τον δημιουργεί μέσω της παρατήρησής της. Με άλλα λόγια, το ανθρώπινο σώμα έγινε αισθητό στον ίδιο τον άνθρωπο, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, που το πρώτο σώμα επέλεξε να αποκωδικοποιήσει την παρατήρηση της ψυχή του, ως δικό του αισθητό κόσμο.
Έτσι το ερώτημα που οφείλουμε να κάνουμε, δεν είναι ‘πότε δημιουργήθηκε ο κόσμος’, αλλά ‘πότε τον αισθάνθηκε το πρώτο ανθρώπινο σώμα, ποιό ήταν αυτό, γιατί επέλεξε κάτι τέτοιο και τι επακολούθησε μετά από αυτό το γεγονός’. Διότι υπάρχουν δύο διαφορετικές καταστάσεις οι οποίες συμβαίνουν. Πρώτα ο τρόπος της δημιουργίας του κόσμου και ύστερα ο τρόπος της εμφάνισής του σε μας. Δύο διαφορετικές καταστάσεις τις οποίες -αν θέλουμε να οδηγηθούμε σε συνειδητοποίηση του αιτίου και του αποτελέσματος της ύπαρξης της μορφής του ανθρώπου-, οφείλουμε να εξετάσουμε κι εμείς ξεχωριστά. Να εξετάσουμε δηλαδή τη δημιουργία του κόσμου στην αρχή -η οποία ανήκει στον μη αισθητό κόσμο- και την εμφάνισή του αμέσως μετά -η οποία εξαρτάται πρώτα από την παρατήρηση της αρχικής δημιουργίας και ύστερα από την αποκωδικοποίησή της από τις αισθήσεις του βιολογικού μας σώματος-.
Συλλογιζόμενοι όλα αυτά, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι η σύγχρονη επιστήμη που σχετίζεται με τη βιολογία του σώματος και τη φυσική του αστρικού σύμπαντος, στην ουσία προσπαθεί να ανακαλύψει τον τρόπο με τον οποίο -ο άνθρωπος και ο κόσμος- εμφανίζονται ως υλική υπόσταση. Όμως η εμφάνιση αυτή είναι ανεξάρτητη της ουσίας της δημιουργίας τους. Μιας δημιουργίας, η οποία συνεχίζει να προηγείται της εμφάνισής τους, παραμένοντας διαρκώς άδηλη και απροσδιόριστη στη σύγχρονη δυτική επιστημονική σκέψη.
Ο κόσμος δημιουργείται σε μη αισθητή μορφή, μέσα στο χώρο που για τους σύγχρονους επιστήμονες αποτελεί το κβαντικό μικρόκοσμο. Αυτός εκεί ο χώρος, για μας είναι αόρατος και γνωστός μονάχα νοητικά -στους ειδικούς-, ως η χρονική διάρκεια του δικού μας μέλλοντος. Πριν ακόμη δηλαδή τον παρατηρήσουμε μέσα στο τρισδιάστατο περιορισμένο σύμπαν μας, τόσο ο κόσμος μας όσο και το ίδιο μας το σώμα ως υλική ανθρώπινη υπόσταση, δημιουργούνται με ένα τρόπο αόρατο σε μας και ετοιμάζονται να εμφανιστούν σε εκείνον -και μονάχα σε εκείνον- ο οποίος τα παρατηρεί. Ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται τον κόσμο μέσω των αισθήσεών του κι αυτό σημαίνει ότι, αισθάνεται το οτιδήποτε όταν ο ίδιος υπάρχει και παρατηρεί τον εαυτό του, τον κόσμο και τους υπόλοιπους ανθρώπους δίπλα του. Όμως, αν και ο άνθρωπος υπάρχει και αισθάνεται τον κόσμο από τη γέννησή του και μετά, η ψυχή του η οποία εξακολουθεί να παρατηρεί το σύμπαν, δεν γεννιέται αλλά επιλέγει να υπάρχει σε αυτόν.
Έτσι λοιπόν από μία και ενιαία οντότητα, καταλήξαμε τελικά σε δύο διαχωρισμένες. Μία άυλη η οποία παρατηρεί τη δημιουργία και μια υλική η οποία αισθάνεται αυτό που εμφανίζεται εμπρός της ως αίσθηση και μόνο. Και μεταξύ των δύο αυτών οντοτήτων εξακολουθεί να υπάρχει ένα διαρκές κοινό συνδετικό στοιχείο. Η ψυχή παρατηρεί και ο άνθρωπος αισθάνεται, με συνδετικό στοιχείο και των δύο τη συνείδηση, η οποία ενώ υπάρχει στην ψυχή, αναπτύσσεται στο σώμα αντικαθιστώντας την επίγνωση και το Εγώ του. Ο ‘άνθρωπος’, είναι αυτό το οποίο εμφανίζεται στον άνθρωπο ως ‘άνθρωπος’, όταν η ψυχή έχει ήδη επιλέξει να παρατηρήσει τον κόσμο και να υπάρξει μέσα σε αυτόν. Ο άνθρωπος, γίνεται αισθητός στον εαυτό του ως υλική μορφική υπόσταση, αφού έχει ήδη επιλέξει η ψυχή να ντυθεί το σώμα του, με σκοπό να υπάρξει -μέσα από αυτό- στον τρισδιάστατο κόσμο.
Όταν ο σημερινός άνθρωπος απέμεινε να υπάρχει και να αισθάνεται μονάχα αυτόν τον -περιορισμένων δυνατοτήτων- κόσμο των τριών διαστάσεων, η ψυχή υπήρχε ήδη ως ανώτερη πνευματική δημιουργία μέσα στο άδηλο -στις αισθήσεις μας- σύμπαν. Ο σημερινός άνθρωπος, είναι ότι απέμεινε από αυτό το διαχωρισμό της σκιάς από το κύριο σώμα της δημιουργίας του, εγκλωβισμένος και αποκλεισμένος μέσα στις τρεις διαστάσεις. Αυτή η πνευματική και συγχρόνως συνειδησιακή πτώση του ανθρώπου, δεν έγινε με βιολογική μετάλλαξη κάποιου ζώου, με εξωγήινη μεταφορά από άλλο πλανήτη ή με τυχαία διαστρική πανσπερμία, αλλά με απλή εμφάνισή του, απότομα και ξαφνικά.
Αυτό είναι ο άνθρωπος. Μια απλή συρρικνωμένη γνώση της υλικής αίσθησης, αντί μιας ‘άπειρης συμπαντικής συνείδησης’. Ένα αποκομμένο σώμα αντί μιας κοσμικής ψυχής. Μια συνείδηση, αλλοιωμένη σε μια φτωχή πληροφορία επίγνωσης. Ο άνθρωπος -ως εμφάνιση-, μετέτρεψε τον κόσμο σε αντικείμενο και τον εξετάζει. Όχι όμως τον κόσμο μέσα στον οποίο δημιουργείται, αλλά αυτόν στον οποίο εμφανίζεται και εξαφανίζεται. Αδυνατώντας να κατανοήσει τον άδηλο κόσμο μέσα στον οποίο υπήρχε και υπάρχει, έμεινε να εξετάζει αυτόν στον οποίο αισθάνεται, γεννιέται και πεθαίνει, προσπαθώντας διαρκώς να τον κατανοήσει μέσω της έρευνας του ‘γιατί συμβαίνει αυτό’.
Ο άνθρωπος ανέπτυξε την επίγνωση ή αλλιώς τη γνωστική συνείδηση, η οποία βασίζεται στη σταδιακή εμπέδωση της αναζητούμενης από τον ίδιο γνώσης. Η ανάπτυξη της συνείδησης, συμβαίνει μετά την αποκατάσταση της διαρρηγμένης σχέσης ψυχής και Εγώ, αποτελώντας το τελικό ζητούμενο το οποίο προκύπτει μετά την συνειδητοποίηση του τι ακριβώς Είναι ο ίδιος. Σαφώς υπάρχει κακή χρήση της επίγνωσης αυτής. Όμως αυτό βασίζεται ακριβώς στην εντύπωση ότι αυτή αποτελεί εφόδιο ενώ στην ουσία είναι ακριβώς το αντίθετο. Έτσι, η ατομική επίγνωση, αποτελώντας το αλλοιωμένο μέρος της συνείδησης της ψυχής του ανθρώπου, σαφώς είναι αδύνατον να αποτελεί δώρο.
Στην ουσία, η κινητήρια δύναμη του ανθρώπου για αυτή τη συνεχή αναζήτηση της γνώσης, ταυτίζεται με την ύπαρξη της επίγνωσης του ότι ‘κάποια στιγμή ο ίδιος θα πεθάνει’. Αυτή η μελέτη τελικά της ‘ύπαρξης του θανάτου’, αποτελεί και τη βάση της ενασχόλησής του με τη φιλοσοφία και τη θρησκεία, μέσω των οποίων προσπαθεί να επιτύχει την ελευθερία του από την ύλη. Αν όμως το απόγειο της γνώσης του είναι ο θάνατος, το εργαλείο μέσα από το οποίο τον προσεγγίζει συνεχώς είναι ο έρωτας, ο οποίος τον κρατά διαρκώς σε μια κατάσταση ικανή να ερωτά, δηλαδή να διενεργεί ερωτήσεις. Ο άνθρωπος αναζητά τη γνώση με μοναδικό σκοπό την κατανόηση της ουσίας του θανάτου και με μοναδικό εργαλείο τον έρωτα, ο οποίος του δημιουργεί διαρκώς την ικανότητα συνεχών και αναπάντητων αναζητήσεων.
Ζώντας μέσα σε αυτό τον κόσμο, ο καθένας από μας έχει πλήρη επίγνωση περί του τι σημαίνει η σκιά του και πως λειτουργεί η εμφάνισή της γύρω του. Μια οντότητα δύο διαστάσεων, εμφανίζεται και εξαφανίζεται συνδεδεμένη μαζί μας, ακολουθώντας τους φυσικούς νόμους του φωτός. Φαντάζομαι όμως ότι ποτέ δεν διερωτήθηκε κάποιος, αν η σκιά αυτή αισθάνεται το οτιδήποτε όταν συμπλέκεται με άλλες σκιές, όταν αυξάνει ή μικραίνει το μήκος ή το πλάτος της ή αν αναγνωρίζει δίπλα της την εμφάνιση ή την εξαφάνιση άλλων σκιών. Ότι και να συμβεί στη σκιά μας, εμείς συνεχίζουμε να αδιαφορούμε μιας και αυτό είναι εντελώς ανεξάρτητο από τη ζωή μας. Όμως τι θα συνέβαινε, αν κάποια στιγμή αυτή η σκιά, αποφάσιζε -αξιοποιώντας κάποιο κενό στους φυσικούς νόμους του κόσμου μας- να ανεξαρτητοποιηθεί και να πορευτεί ένα δικό της δρόμο, αδιαφορώντας για την επίδρασή της στις δικές μας επιλογές; Τι θα συνέβαινε δηλαδή σε μας -ως βιολογικά σώματα-, στην υποθετική περίπτωση όπου οι αυτόνομες επιλογές της σκιάς μας παρεμβάλλονταν στις καθημερινές επιλογές της ζωής μας, μεταβάλλοντας το βάδισμά μας, την ταχύτητά μας, την κατεύθυνση, τη στάσης ή τη μετατόπιση της θέσης μας;
Η ίδια αυτή υποθετική επανάσταση της δικής μας σκιάς, ισοδυναμεί αναλογικά με την επανάσταση του ανθρώπου και του Εγώ του ενάντια στην ψυχή του. Μια επανάσταση η οποία μετέτρεψε την υπάρχουσα ένωση με το Θείο σε θρησκευτική δογματική αντίληψη, προσπαθώντας να περιγράψει με λέξεις γνώσης αυτό που αποτελεί την ουσία της οντότητας από την οποία αποσχίστηκε και εξέπεσε. Έτσι ενώ η ψυχή ανήκει στο Θείο, οι άνθρωποι έχουν ανάγκη τη θρησκευτική παρουσία, μέσω της οποίας προσπαθούν να πλησιάσουν την έννοια αυτού που αγνόησαν. Οι θρησκείες όμως δημιουργούνται και στελεχώνονται από ανθρώπους. Από τις εμφανίσεις αυτές των υλικών μορφών της στιγμιαίας πραγματικότητας του Εγώ, όπου το μοναδικό που κατάφερε τελικά να γνωρίσει με βεβαιότητα, είναι τη γέννηση και το θάνατό του. Κι ενώ η γέννηση το πλημυρίζει ελπίδα, ο θάνατος εξακολουθεί να του γεννά έναν αρχέγονο και ανυπέρβλητο φόβο από τον οποίο προσπαθεί εναγωνίως να απαλλαγεί μέσω της φιλοσοφίας ή της θρησκείας. Μόνο που η φιλοσοφία εξακολουθεί να αποτελεί ατομική επιλογή αναζήτησης, ενώ η θρησκεία ομαδική χειραγώγηση γνώσης.
Έτσι φτάνουμε στο ερώτημά μας, το οποίο βρίσκει απάντηση αναλυμένο στα δεδομένα που αναδείξαμε. Το πεδίο πάνω στο οποίο σχεδιάζεται και δημιουργείται ο κόσμος είναι χαοτικό. Σε ένα τέτοιο χαοτικό και ασταθές περιβάλλον δεν μπορεί να υπάρξει εξουσία. Έτσι η εξουσία του αισθητού κόσμου για να υπάρξει, θα πρέπει να εστιαστεί στην εμφάνιση και όχι στη δημιουργία του. Όμως για να μπορέσει να εμφανιστεί ο κόσμος, θα πρέπει τα δεδομένα του να σχεδιαστούν με προσοχή μέσα στο χώρο των διαστάσεων που αντιπροσωπεύει το μέλλον του, έτσι ώστε στη διάρκεια του χρόνου να εμφανιστούν μετά από λίγο στο παρόν. Άρα, για να μπορέσει να αναπτυχθεί και να διατηρηθεί μια εξουσία, θα πρέπει η ίδια να διαθέτει τον τρόπο του σχεδιασμού και της διαχείρισης του ‘μέλλοντος’ όσων επιθυμεί και επιλέγει να εξουσιάσει. Κι αυτό σημαίνει ότι οτιδήποτε προσπαθεί να επιδράσει στο σχεδιασμό του δικού σου μέλλοντος, αποτελεί γεγονός δικής σου παράδοσης στην εξουσία του.
Διατηρώντας όλα αυτά ως αναδυόμενα δεδομένα μας, συνειδητοποιούμε ότι κάθε υπάρχουσα βιολογική μορφή ζωής φέρει τη συνείδηση της ψυχής της συνδεδεμένη ως αναπόσπαστο στοιχείο της. Αντίθετα, η οποιαδήποτε αποσχιστική τάση της, καθιστά δύσκολη την αντίληψη της έννοιάς της και του βάθους της, καθώς την οδηγεί σε μια ατέρμονη αναζήτηση γνώσης, όπου ο πυρήνας αυτής της αναζήτησης, οφείλεται στην αδυναμία του Εγώ να κατανοήσει τις έννοιες της ύπαρξής του. Στην προσπάθεια αυτής της προσωπικής και πνευματικής ανάπτυξης και απελευθέρωσης, η σύγκριση της σκιάς με το κύριο σώμα μας αποτελεί ικανό παράδειγμα αντίληψης του Εγώ με τον Ανώτερο Εαυτό και την ψυχή μας αντίστοιχα, ενώ η άξια της φιλοσοφίας σε ατομικό επίπεδο παραμένει πάντοτε σημαντικότερη της οποιασδήποτε θρησκευτικής προσέγγισης.
Αλκηρεύς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου